Τιμοξένου

Τιμοξένου
Τιμόξενος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Θευγένης — (Θάσος 500; π.Χ. – ;). Αθλητής. Σύμφωνα με την παράδοση, η μητέρα του τον είχε αποκτήσει με τον Θάσιο Ηρακλή, ο οποίος είχε πάρει τη μορφή του ιερέα Τιμόξενου, γεγονός με το οποίο οι σύγχρονοί του εξηγούσαν την εκπληκτική δύναμή του και, γενικά,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”